Μέσα από τα παραμύθια της φύσης και του έρωτα, ο ερωτισμός προβάλλει στα λόγια σαν παραστατικές συνομιλίες ανάμεσα σε οντότητες της φύσης. Αλλού (ή σε άλλα σήμεία ή σε άλλα παραμύθια) υπάρχουν ψήγματα επιστημολογίας και αλλού συνειρμοί γλωσσολογίας. Εν τέλει όλα αποπνέουν μία ιδιαίτερη βιο-κοσμοθεώρηση. Ακολουθεί απόσπασμα από το βιβλίο. «Η πληγωμένη φαντασία ήθελε μόνο έναν καθρέφτη, για να μετρά τις αλλαγές της, μπροστά στα πράγματα του κόσμου. Ήθελε να επινοήσει τον εαυτό της, για να μπορεί να φαντάζεται τον πόνο της μ’ έναν αισθητικά απολαύσιμο τρόπο. Δεν βρέθηκε πουθενά αυτός ο καθρέφτης. Δεν κρατήθηκε σαν εικόνα ο πόνος της. Δεν είδε πουθενά τον εαυτό της. Μέσα στην απελπισία της πέταξε τον επίδεσμο απ’ το χέρι, έκρυψε καλά τα μάτια της και αποφάσισε να αγνοήσει τον χώρο. Στο πρώτο τετράγωνο την είπαν ανάπηρη, τυφλή και τρελή. Στο επόμενο τετράγωνο της ζητήσανε κάρτα εισόδου. Τότε αυτή έβαλε το χέρι στην τσέπη, άνοιξε με απληστία τα μάτια και αντιλήφθηκε πως ήτανε περιχαρακωμένος ο χώρος. Τα χαρτιά της, σαν κάρτα εισόδου, γράφανε την ιστορία αυτή που ακόμα γράφεται, καθώς η φαντασία ξεχνά πόσο είναι πληγωμένη και επινοεί τον εαυτό της με μια φωνή, που δεν μπορεί να τη δει παρά μόνο γραμμένη». • Η Μαρία Παναγιωτίδου είναι απόφοιτος του τμήματος Φιλοσοφικής, Παιδαγωγικής & Ψυχολογίας του Α.Π.Θ. Έχει παρακολουθήσει μεταπτυχιακά για την Επιστημολογία και την Πολιτική Φιλοσοφία, ενώ έχει ασχοληθεί με το θέατρο, το ραδιόφωνο, τον κινηματογράφο και τη φωτογραφία. Τα τελευταία χρόνια ζει και γράφει στο χωριό της, στο Στεφανόβουνο Ελασσόνας.